Εργοθεραπεία

Η Εργοθεραπεία είναι η επιστήμη που ενισχύει την ικανότητα των ατόμων να εκτελούν και να συμμετέχουν στα έργα της καθημερινής τους ζωής.

Για τους εργοθεραπευτές, έργο, είναι κάθε δραστηριότητα που το άτομο εκτελεί εκούσια και δίνει σκοπό και νόημα στη ζωή του. Μέσα από τη συμμετοχή σε έργα, η Εργοθεραπεία θεωρεί ότι υποστηρίζεται η υγεία, η ευημερία και η γενικότερη συμμετοχή των ατόμων στη ζωή.

Ο/Η εργοθεραπευτής/τρια:

  • Εντοπίζει προβλήματα που σχετίζονται με τους τομείς έργου,
  • Αξιολογεί,
  • Σχεδιάζει (θέτοντας στόχους και σχεδιάζοντας θεραπευτικό πρόγραμμα),
  • και παρεμβαίνει (συνεργαζόμενος και με άλλες ειδικότητες) με σκοπό να βελτιώσει την απόδοση του έργου (βελτιώνοντας τις προαπαιτούμενες δεξιότητες που χρειάζονται) ούτως ώστε το άτομο να μπορέσει να είναι ικανό και λειτουργικό να εμπλακεί με οτιδήποτε του δίνει αξία, νόημα και σκοπό στην καθημερινότητα του!

Ο/Η εργοθεραπευτής/τρια προκειμένου να υποστηρίξει την ιδανική ανάπτυξη και λειτουργικότητα του παιδιού χρησιμοποιεί  τρεις τεχνικές παρέμβασης:

  • Παρεμβάσεις που βελτιώνουν την απόδοση του παιδιού σε κάποιον τομέα ανάπτυξης μέσω της ενεργητικής συμμέτοχης του σε δραστηριότητες που του προσδίδουν πρόκληση.
  • Παρεμβάσεις προσαρμογής ή αλλαγής του περιβάλλοντος
  • Και παρεμβάσεις συμβουλευτικού, ενισχυτικού και εκπαιδευτικού τύπου

Οι εργοθεραπευτές χρησιμοποιούν ολιστικές προσεγγίσεις όσον αφορά τα παιδιά και τις οικογένειές τους. Έτσι αναγνωρίζοντας ότι τα παιδιά αποτελούν μέρος ενός οικογενειακού συστήματος, ο θεραπευτής σχεδιάζει προγράμματα που ταιριάζουν στην καθημερινή ρουτίνα της οικογένειας και τα οποία εξετάζουν τις αισθητηριακές, κινητικές (αδρές και λεπτές), κοινωνικές και γνωστικές πτυχές της απόδοσης του παιδιού και τονίζουν το παιχνίδι ως πρωταρχική ενασχόληση του. Πιο συγκεκριμένα τα παιδία που ασχολείται η παιδιατρική εργοθεραπεία είναι:

  • Ο κινητικός έλεγχος/ η κινητική μάθηση. Τα τυπικά αναπτυσσόμενα παιδιά μετακινούνται με ευκολία από και προς τις θέσεις τους, εξερευνώντας τον κόσμο τους, μαθαίνοντας για το σώμα τους και αναπτύσσοντας κινητικές, γνωστικές, αισθητηριακές και κοινωνικές δεξιότητες. Χρησιμοποιούν τα χέρια τους για τη σίτιση, το ντύσιμο, το μπάνιο, το παιχνίδι και τη μάθηση. Εξασκούνται να κάθονται, να περπατούν, να πηδούν και να σέρνονται. Παίζουν σε διάφορες θέσεις και με διαφορετικούς τρόπους εμπλουτίζοντας το ρεπερτόριο των κινήσεων τους. Αντίθετα, τα παιδιά με ελλείμματα κινητικού ελέγχου αντιμετωπίζουν δυσκολίες σε τέτοιες δραστηριότητες και μπορεί να μην έχουν τις ίδιες ευκαιρίες να εξερευνήσουν το περιβάλλον τους. Μπορεί να τους πάρει περισσότερο χρόνο και συχνά δεν βελτιστοποιούν τις κινήσεις τους. Επειδή ο κινητικός έλεγχος είναι κεντρικός για τη συμμετοχή σε έργα τόσο στην αδρή όσο και στη λεπτή κινητικότητα, οι εργοθεραπευτές ασχολούνται με το πως να βοηθήσουν τα παιδιά να ελέγξουν τις κινήσεις τους, ώστε να μπορούν να ασχοληθούν με τα έργα τους.
  • Η ανάπτυξη των δεξιοτήτων των χεριών (λεπτή κινητικότητα). Οι δεξιότητες των χεριών είναι κρίσιμες για την αλληλεπίδραση με το περιβάλλον. Τα χέρια επιτρέπουν τη δράση μέσω της ανθρώπινης επαφής και της επαφής με αντικείμενα. Τα χέρια είναι τα «εργαλεία» που χρησιμοποιούνται πιο συχνά για την ολοκλήρωση του παιχνιδιού και των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής. Το παιδί με επηρεασμένες τις δεξιότητες των χεριών, έχει λιγότερες ευκαιρίες να λάβει αισθητηριακές πληροφορίες από το περιβάλλον και να βιώσει την επίδραση των ενεργειών του στον κόσμο. Έτσι ο εργοθεραπευτής, χορηγώντας κατάλληλες δραστηριότητες στο παιδί, προωθεί τον επιδέξιο χειρισμό των αντικειμένων.
  • Η αισθητηριακη ολοκληρωση. Η αισθητηριακή ολοκλήρωση είναι μια εγγενής νευροβιολογική διαδικασία που αφορά την ολοκλήρωση και αποκωδικοποίηση του αισθητηριακού ερεθίσματος στον εγκέφαλο. Πολλά παιδιά αντιμετωπίζουν δυσκολίες με μια ή περισσότερες από τις 7 αισθήσεις (αφή, όραση, γεύση, όσφρηση, ακοή, ιδιοδεκτικό και αιθουσαίο σύστημα) με αποτέλεσμα να μην ανταποκρίνονται επαρκώς ή να ανταποκρίνονται υπερβολικά σε κάποια αισθητηριακά ερεθίσματα. Έτσι για παράδειγμα κάποια παιδιά μπορεί να παρουσιάζουν απτική αμυντικότητα (να ενοχλούνται όταν έρχονται σε επαφή με διάφορες υφές), βαρυτική ανασφάλεια (το παιδί αποφεύγει να κάνει ποδήλατο, κούνια, να μπει στο αεροπλάνο, στο πλοίο, φοβάται τα ύψη ενώ περπατάει αργά και προσεκτικά), διαταραχή του ιδιοδεκτικού συστήματος (το παιδί συχνά χάνει την ισορροπία του, κουτουλάει σε αντικείμενα, δεν καταλαβαίνει πόση δύναμη  χρειάζεται να βάλει κάθε φορά ενώ συχνά χαρακτηρίζεται άτσαλο και απρόσεκτο) κ.α.
  • Πλευρίωση. Πρόκειται για μία φυσιολογική και απαραίτητη διαδικασία όπου η μία πλευρά σώματος (μάτι, χέρι, πόδι και αυτί) κυριαρχεί σε σχέση με την άλλη, είτε αυτή είναι αριστερά είτε δεξιά. Η πλευρίωση κατακτάται περίπου στην ηλικία των 4 με 5 ετών ενώ ο βαθμός που η μία πλευρά είναι πιο αποδοτική από την άλλη  αυξάνεται και ολοκληρώνεται μέχρι τα 9.  Αποτελεί μια δεξιότητα απαραίτητη για την  ψυχοκινητική και ψυχοσυναισθηματική ανάπτυξη του παιδιού και είναι προϋπόθεση για άλλες κινητικές και νοητικές διεργασίες όπως η εκτέλεση και η οργάνωση μίας δραστηριότητας με σωστή σειρά. Ο εργοθεραπευτής μέσω κατάλληλων τεχνικών μπορεί να βοηθήσει τα παιδία που δυσκολεύονται, να ανακαλύψουν μόνα τους  την πλευρά που είναι περισσότερο επιδέξια.
  • Η οπτική αντίληψη. Η όραση είναι η κυρίαρχη αίσθηση στην ανθρώπινη αντίληψη του εξωτερικού κόσμου. Βοηθά το άτομο να παρακολουθεί τι συμβαίνει στο περιβάλλον έξω από το σώμα. Λόγω της πολυπλοκότητας του οπτικού συστήματος, είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς την επίδραση ενός οπτικού-αντιληπτικού ελλείμματος στην καθημερινή ζωή. Λειτουργικά προβλήματα που μπορεί να προκύψουν περιλαμβάνουν δυσκολίες με το φαγητό, το ντύσιμο, την ανάγνωση, το γράψιμο, τον εντοπισμό αντικειμένων, την οδήγηση και πολλές άλλες δραστηριότητες απαραίτητες για τη συμμετοχή σε ένα έργο. Ο εργοθεραπευτής εντοπίζει και παρεμβαίνει σε αυτά τα ελλείμματα.
  • Οι δεξιότητες προγραφής και γραφής. Στον τομέα της εκπαίδευσης, τα έργα των παιδιών σχολικής ηλικίας περιλαμβάνουν ακαδημαϊκές δεξιότητες όπως η ανάγνωση και η γραφή, ο υπολογισμός και η επίλυση προβλημάτων, καθώς και μη ακαδημαϊκά λειτουργικά καθήκοντα. Λειτουργικά καθήκοντα μπορεί να περιλαμβάνουν την τοποθέτηση του θρανίου και των σχολικών ειδών σε λειτουργική θέση, την κοινή χρήση σχολικών ειδών με συνομηλίκους, τη χρήση χάρακα και ψαλιδιού και τον τρόπο γραφής λέξεων σε χαρτί, τα οποία υποστηρίζουν την ακαδημαϊκή απόδοση του μαθητή στην τάξη. Αυτές οι ακαδημαϊκές δεξιότητες και τα λειτουργικά καθήκοντα αναμένεται να εξελιχθούν και να ενισχυθούν καθ’ όλη τη διάρκεια των σχολικών ετών ενός μαθητή.
  • Γνωστικές δεξιότητες. Περιλαμβάνουν την εστίασης της προσοχής και της συγκέντρωσης του παιδιού κατά την διάρκεια των δραστηριοτήτων, την έναρξη, λήξη και την παραμονή του σε αυτές, τη διαχείριση του χρόνου, την ικανότητα του να προσανατολίζεται στο χώρο και στο χρόνο καθώς και την οπτική και την ακουστική μνήμη του.
  • Ψυχοκοινωνικά θέματα που επηρεάζουν την κοινωνική συμμετοχή. Η προώθηση της κοινωνικής συμμετοχής του παιδιού στα πλαίσια της οικογένειας, της φιλίας, των συμμαθητών, των φροντιστών και των δασκάλων είναι ένας ουσιαστικός τομέας της εργοθεραπείας. Οι αμοιβαίες επιρροές του ατόμου και τα κοινωνικά του πλαίσια συμβάλλουν στον καθορισμό της ποιότητας ζωής του παιδιού και της συμμετοχής σε αυτά τα κοινωνικά πλαίσια.
  • Παρεμβάσεις και στρατηγικές για προκλητικές συμπεριφορές. Τα παιδιά με ποικίλες καταστάσεις αναπηρίας μπορεί να εμφανίζουν δύσκολες ή ακατάλληλες συμπεριφορές που παρεμβαίνουν στις καθημερινές δραστηριότητες. Πρόκειται για συμπεριφορές που παραβιάζουν τους κοινωνικούς κανόνες ή τα ατομικά δικαιώματα ή τα δικαιώματα ιδιοκτησίας. Οι στρατηγικές διαχείρισης συμπεριφοράς που έχουν σχεδιαστεί για την πρόληψη και τη μείωση προκλητικών συμπεριφορών αποτελούν σημαντικό συστατικό της παρέμβασης στην εργοθεραπεία για κάθε παιδί του, οποίου οι συμπεριφορές εμποδίζουν την εκτέλεση ή την ποιότητα των έργων του.
  • Παρεμβάσεις σίτισης Η διαδικασία σίτισης, φαγητού και κατάποσης είναι κρίσιμη για την υγεία και την ευεξία και παίζει αναπόσπαστο ρόλο στην κοινωνική, συναισθηματική και πολιτιστική ωρίμανση του παιδιού. Στο πιο βασικό επίπεδο, η διαδικασία λήψης επαρκούς διατροφής είναι απαραίτητη για την φυσιολογική ανάπτυξη. Τα παιδιά αναπτύσσουν προβλήματα με τη διατροφή, το φαγητό και την κατάποση ως αποτέλεσμα ιατρικών, στοματικών, αισθητήριων και συμπεριφορικών παραγόντων ή συνδυασμό αυτών.
  • Οι σύνθετες δραστηριότητες καθημερινής ζωής. Πρόκειται για τις πιο περίπλοκες πτυχές της καθημερινής ζωής που αναπτύσσουν τα παιδιά και οι νέοι καθώς φτάνουν στην εφηβεία και αρχίζουν να συμμετέχουν στην κοινότητα με περισσότερη αυτονομία. Αυτές οι δραστηριότητες περιλαμβάνουν τη φροντίδα των άλλων, τη φροντίδα των κατοικίδιων ζώων, τη χρήση μιας συσκευής επικοινωνίας, την κινητικότητα της κοινότητας, τη χρηματοοικονομική διαχείριση, τη διαχείριση και τη συντήρηση της υγείας, τη διαχείριση του σπιτιού, την προετοιμασία γευμάτων και τον καθαρισμό, τις αγορές και τις διαδικασίες ασφάλειας και τις αντιδράσεις έκτακτης ανάγκης.
  • Παιχνίδι. Παιχνίδι είναι κάθε αυθόρμητη ή οργανωμένη δραστηριότητα που παρέχει απόλαυση, χαρά και διασκέδαση. Όλα τα παιδιά παίζουν, και μέσω του παιχνιδιού μαθαίνουν για τον εαυτό τους και τον κόσμο γύρω τους. Έτσι είναι μια κρίσιμη πτυχή της ανθρώπινης ανάπτυξής και ο θεραπευτής μέσω του παιχνιδιού εκπαιδεύει το παιδί στις διάφορες δεξιότητες προσδίδοντας χαρά, ευχαρίστηση και ελευθερία.
  • Μετακίνηση. Η μετακίνηση είναι θεμελιώδης για τη συνολική ανάπτυξη και λειτουργικότητα ενός ατόμου στα έργα της αυτοεξυπηρέτησης, της εκπαίδευσης και του ελεύθερου χρόνου και είναι απαραίτητη για την ποιότητα ζωής. Πρόκειται για τη μετάβαση από το ένα μέρος ή από τη μια θέση στην άλλη. Για παράδειγμα, μετακινήσεις από και προς το κρεβάτι, την καρέκλα, το αναπηρικό αμαξίδιο, τη μπανιέρα, σε χώρους και κτήρια όπου μπορεί να  περιλαμβάνουν τη μεταφορά, μέσω σκάλας, λεωφορείων, ταξί κ.α.
  • Ρόλοι, συνήθειες και ρουτίνες. Όλα τα παραπάνω ενσωματώνονται και γενικεύονται στην καθημερινότητα του παιδιού μέσα από τους ρόλους συνήθειες και ρουτίνες. Ο εργοθεραπευτής διαμορφώνοντας τα, πετυχαίνει την λειτουργική ανεξαρτησία του παιδιού. Έτσι επιδιώκει είτε να εντάξει και να ενσωματώσει έργα στη ζωή του παιδιού που δεν έχουν γίνει ακόμα μέρος της καθημερινότητας ενώ κατέχει τις απαραίτητες δεξιότητες , είτε να προσθέσει ώστε να γίνει περισσότερο λειτουργικό και ανεξάρτητο, είτε να αφαιρέσει ή να μειώσει έργα, τα οποία εμποδίζουν τη λειτουργικότητα του ή ακόμα είναι βλαβερά για την υγεία του. 

Τέλος το αντικείμενο της εργοθεραπείας δεν είναι η διάγνωση αυτή καθ΄ αυτή αλλά οι δυσκολίες που πηγάζουν από αυτή μέσα στην καθημερινότητα του παιδιού. Έτσι ασχολείται τόσο με παιδιά τυπικής ανάπτυξης, που όμως αντιμετωπίζουν δυσκολία στην εκτέλεση  κάποιων έργων όσο και μη τυπικής που αποκλίνουν από το φυσιολογικό ρυθμό ανάπτυξης.